Η Φλεγμονώδης Χοριοειδική Νεοαγγείωση είναι μία σπάνια αλλά απειλητική για την όραση επιπλοκή της Ραγοειδίτιδας. Προκαλείται από την διάσπαση της μεμβράνης του Bruch του Μελάγχρου Επιθηλίου. Η Φλεγμονώδης Χοριοειδική Νεοαγγείωση συμβαίνει στο 1,9% των ασθενών με Ραγοειδίτιδα και στο 2-4,8% των ασθενών με Οπίσθια Ραγοειδίτιδα.
Καταστάσεις που μπορεί να επιπλακούν με Φλεγμονώδη Χοριοειδική Νεοαγγείωση είναι:
1. Πολυεστιακή Χοριοειδίτιδα (Multifocal Choroiditis – MFC)
2. Στικτή έσω χοριοειδοπάθεια (Punctate inner choroidopathy – PIC)
3. Σύνδρομο πολλαπλών λευκών εφήμερων κηλίδων (Multiple evanescent white dot syndrome – MEWDS)
4. Έρπουσα Χοριοειδοπάθεια (Serpiginous Choroiditis)
5. Σαρκοείδωση
6. Νόσος Vogt-Koyanagi-Harada
7. Τοξοπλάσμωση
8. Οξεία Επιθηλίτις του μελάγχρου επιθηλίου (Acute retinal pigment epithilitiis (ARPE)
9. Ιδιοπαθής Ραγοειδίτιδα
10. Συμπαθητική Οφθαλμία
Η Φλεγμονώδης Χοριοειδική Νεοαγγείωση είναι συνήθως τύπου 2 χοριοειδική νεοαγγείωση, δηλαδή αναπτύσσεται στον υπαμφιβληστροειδικό χώρο μεταξύ του νευροαμφιβληστροειδούς και του μελάγχρου επιθηλίου.
Η ενεργής χοριοειδική νεοαγγείωση καθορίζεται από την διαρροή χρωστικής στην φλουοροαγγειογραφία ή στην αγγειογραφία με ινδοκυανίνη, παρουσία ενδοαμφιβληστροειδικού, υπαμφιβληστροειδικού ή υγρού υπό το μελάγχρουν επιθήλιο στην εξέταση με Οπτική τομογραφία συνοχής (OCT), και από την παρουσία αμφιβληστροειδικών αιμορραγιών στην βυθοσκόπηση.
Η θεραπεία αρχικά περιλάμβανε την χρήση Φωτοδυναμικής θεραπείας και τοπικής Laser φωτοπηξίας, αλλά μετά το 2007 η χρήση των ενδουαλοειδικών ενέσεων anti-VEGF είναι ο κύριος τρόπος θεραπευτικής αντιμετώπισης. Λαμβάνοντας υπόψιν την προυπάρχουσα φλεγμονώδη κατάσταση, τοπικά ή συστηματικά κορτικοστεροειδή ή συστηματικά ανοσοτροποποιητικά έχουν χρησιμοποιηθεί μαζί με την χρήση anti-VEGF ενέσεων. Το τελικό αποτέλεσμα στην οπτική οξύτητα και οι υποτροπές δεν επηρεάζονται από την χρήση συστηματικής θεραπείας.
Σύνδρομο πολλαπλών λευκών εφήμερων κηλίδων με φλεγμονώδη χοριοειδική νεοαγγείωση πριν και μετά την θεραπεία με ενδουαλοειδικές εγχύσεις anti-VEGF.
Τοξοπλάσμωση με φλεγμονώδη χοριοειδική νεοαγγείωση πριν και μετά την θεραπεία με ενδουαλοειδικές εγχύσεις anti-VEGF.
Τα αποτελέσματα της μελέτης είναι:
1. Η αρχική Οπτική Οξύτητα κατά την διάγνωση της φλεγμονώδους χοριοειδικής νεοαγγείωσης και η παρουσία ατροφίας ή απουσίας του μελάγχρου επιθηλίου πέριξ της βλάβης μετά την θεραπεία είναι σημαντικοί προγνωστικοί παράγοντες για την τελική οπτική οξύτητα.
2. Το τελικό αποτέλεσμα στην οπτική οξύτητα και οι υποτροπές δεν επηρεάζονται από την χρήση συστηματικής θεραπείας.
3. Η παρουσία υπεραντανακλαστικών ενδοαμφιβληστροειδικών κοκκίων μετά την θεραπεία σχετίζεται με την υποτροπή της νόσου.
4. Η χοριοειδική υπερμετάδοση (choroidal hypertansmission) είναι το πιο συχνό εύρημα στην οπτική τομογραφία συνοχής σε ασθενείς με Φλεγμονώδη χοριοειδική νεοαγγείωση, αλλά δεν σχετίζεται με την τελική οπτική οξύτητα και τις υποτροπές.
5. Οι ασθενείς με Φλεγμονώδη χοριοειδική νεοαγγείωση χρειάζονται λιγότερες ενδουαλοειδικές ενέσεις anti-VEGF και μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ των ενέσεων σε σύγκριση με την χοριοειδική νεοαγγείωση σε έδαφος ηλιακιακής εκφύλισης ωχράς κηλίδας. Η καλύτερη ανταπόκριση σχετίζεται με την κλασσική μορφή της χοριοειδικής νεοαγγείωσης, το μικρότερο μέγεθος της νεοαγγείωσης και την μικρότερη ηλικία των ασθενών.
6. Η Φλεγμονώδης χοριοειδική νεοαγγείωση δεν συνοδεύεται υποχρεωτικά με ενεργή ενδοφθάλμια φλεγμονή. Μόνο το 10,8% των περιστατικών είχαν ενεργό ενδοφθάλμια φλεγμονή.